Η σύνταξη των “Modalverben“ στη γερμανική γλώσσα
Το παρόν άρθρο αφορά τη σύνταξη των βοηθητικών ρημάτων (Modalverben) στη γερμανική γλώσσα.
Αρχικά τα ρήματα αυτά χρησιμοποιούνται σε όλες τις γλώσσες αλλά με διαφορετικό τρόπο και σύνταξη. Όσον αφορά την ελληνική γλώσσα, τα συναντάμε πριν από το 2ο ρήμα το οποίο δηλώνει την ενέργεια που κάνει το υποκείμενο. Σε αντίθεση με τα βοηθητικά ρήματα που δηλώνουν θέληση, ικανότητα, υποχρέωση και μ’ αυτόν τον τρόπο αλλάζουν το νόημα του 2ου ρήματος.
Αντίθετα από την ελληνική γλώσσα, στην οποία τα βοηθητικά ρήματα μπαίνουν μια θέση πριν το το 2ο ρήμα, στη γερμανική γλώσσα συντάσσονται με απαρέμφατο, το οποίο πηγαίνει στην τελευταία θέση της πρότασης. Έτσι γίνεται κατανοητό πως το βοηθητικό ρήμα μπαίνει στη 2η θέση, καθώς είναι το ρήμα που κλίνεται, και το απαρέμφατο στο τέλος.
Δεν είναι αξιόλογα δυσνόητη η χρήση απαρεμφάτου μετά το βοηθητικό ρήμα στην πρόταση, άμα σκεφτεί κανείς πως στην ελληνική γλώσσα μεταφράζουμε το 2ο ρήμα στην αρχική απαρεμφατική του μορφή π.χ. Θέλω να διαβάσω. Δε θα ήταν σωστό να χρησιμοποιούσαμε το 2ο ρήμα χωρίς το “να”.
Παραδείγματα σύνταξης Modalverben:
Ich will ins Kino gehen = Θέλω να πάω στον κινηματογράφο
Ich kann nicht schwimmen = Δε μπορώ να κολυμπήσω