Θάρρος ή δειλία;
Έβαλα την καρδιά μου
στα χέρια σου.
Πάλεψα να σε αγνοήσω,
να σε σβήσω,
να σε ξεχάσω,
να σε ξεριζώσω...
Όλα μάταια.
Σε κοίταζα,
σε διάβαζα,
σε έπινα,
σε έπνιγα...
Όλα μάταια.
Σε έμαθα,
σε ξεμπρόστιασα,
σε ξεγύμνωσα,
έσκισα το νήμα σου
και σε πέταξα
σαν μαραμένο λουλούδι...
Όλα μάταια.
Θάρρος ή δειλία;
Ήταν που...
έβαλα την καρδιά μου στα χέρια σου;
Την κοίταξες μια μοναδική φορά
να τρεμοπαίζει στις φαρδιές σου παλάμες
με τρόμο,
με δέος,
με θρίαμβο...
Κράτησα την αναπνοή μου
για λίγα μόνο λεπτά,
όταν ένιωσα
την ψυχρή αναπνοή των αιώνων
να ξυρίζει το άψυχο σώμα μου.
Λίγα λεπτά...
Λίγα λεπτά μόνο
πριν δω την καρδιά μου να γλιστράει
ανάμεσα στις δυνατές σου παλάμες
που ποτέ δεν ακούμπησα,
στα δάχτυλα που τόσο αγάπησα,
αλλά ποτέ δεν με άγγιξαν...
να φεύγει έξαφνα,
να την ελκύει η βαρύτητα...
Και τότε μόνο
με μια υπερδύναμη - σκέψη
τράβηξα τη σκανδάλη
και την σταμάτησα.
Πριν πέσει την σώπασα,
την εξουδετέρωσα,
την εξαπάτησα...
να μην καταλάβει,
ότι την άφησες να πέσει
στο κενό...
Βλέπω τα χέρια σου -
κρέμονται σε απόγνωση
στον αέρα,
ο τρόμος
να σαρώνει τα μάτια σου,
να παγιδεύει το σώμα σου...
Πιάνω τα χέρια σου και φιλώ
τις ανοιχτές σου παλάμες.
Αυτές
που φιλοξένησαν την καρδιά μου.
Για λίγα μόνο λεπτά...